Προβολή του ντοκυμαντέρ “Ruins”

Πέρασαν 7 χρόνια από τον Απρίλη του 2012 (λίγο πριν τις τότε εκλογές) και από την υπόθεση της διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών, μια βάρβαρη στιγμή εκφασισμού που έκανε πολλούς και πολλές να νιώσουν ότι “πιάσαμε πάτο”. Εν τέλει, τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο πάτος της κοινωνίας βαθαίνει όλο και περισσότερο. Πέρασαν 6 μήνες από την δολοφονία της Zackie oh από μπάτσους και νοικοκυραίους εθνικιστές και φασίστες και τον μετέπειτα στιγματισμό του από τα ΜΜΕ ως επικίνδυνου εγκληματία. 

Αυτά τα περιστατικά δεν είναι μεμονωμένα, ούτε τυχαία, ούτε ουρανοκατέβατα. Συνδέονται με τις αφηγήσεις περί απειλής της δημόσιας υγείας από τους/τις μετανάστριες και τις οροθετικές, περί της αυξημένης εγκληματικότητας λόγω των φτωχών και των τοξικοεξαρτημένων και της απειλής της ηθικής της ελληνικής ετεροφυλοφιλικής οικογένειας και της κοινωνίας από τους/τις γκέι, τις τρανς και ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Η πρακτική εφαρμογή όλων αυτών έχει αποδειχθεί αρκετές φορές χρήσιμο εργαλείο στο οπλοστάσιο του κράτους για την εδραιοποίησή του ως εγγυητή της ασφάλειας, για την πειθάρχηση και εν τέλει για την ηθική και φυσική εξόντωση όσων “περισεύουν” κάθε φορά για τον καπιταλισμό.

Για το ντοκυμαντέρ από την σκηνοθέτη  Zωή Μαυρουδή:

“Στις 27 Απριλίου του 2012, λίγες μόλις μέρες πριν τις εθνικές μας εκλογές που θα αναμεταδίδονταν από τα μέσα όλου του κόσμου, ήμουν ανάμεσα σε εκείνους τους Έλληνες που αιφνιδιάστηκαν από το πρωτοφανές και απεχθές θέαμα που ξετυλίχθηκε στις τηλεοράσεις μας.

Οι φωτογραφίες και τα προσωπικά δεδομένα συνανθρώπων μας θετικών στον ιό HIV, όλες τους γυναίκες, άρχισαν να παρελαύνουν στις βραδινές ειδήσεις και τα πρωϊνάδικα. Σύμφωνα με τις αρχικές πληροφορίες, και οι 31 γυναίκες ήταν ιερόδουλες που συνελήφθησαν σε μια μαζική επιχείρηση σκούπα της αστυνομίας, η οποία δημοσίευσε τις φωτογραφίες τους μετά από εισαγγελική εντολή. Γιατροί από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων δήλωναν σε συνεντεύξεις ότι θα ακολουθούσαν και άλλοι «έλεγχοι». Υπουργοί, αστυνομικοί και εκπρόσωποι του ιατρικού χώρου στήριζαν δημόσια την επιχείρηση ως μια επείγουσα κίνηση, απαραίτητη για την προστασία Ελλήνων αντρών και των οικογενειών τους.

Στην αρχή ήταν δύσκολο να καταλάβει κανείς τι συνέβαινε. Πολύ γρήγορα όμως η σύγχυση μετατράπηκε σε θυμό: οι γυναίκες κατηγορούνταν για το κακούργημα της «βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης» προς τους υποτιθέμενους πελάτες τους παρότι κανείς δεν είχε εμφανιστεί να τις καταγγείλει και να δηλώσει ότι είχε μολυνθεί. Μόνο μια γυναίκα φερόταν να έχει συλληφθεί σε οίκο ανοχής. Δεν ήταν ξεκάθαρο αν και ποιες από τις υπόλοιπες ήταν ιερόδουλες ή αν υπήρχαν θύματα εμπορίας λευκής σαρκός ανάμεσά τους. Ελληνικές και ξένες οργανώσεις κατηγορούσαν τις αρχές για μια σειρά παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ των οποίων οι εξαναγκαστικές εξετάσεις αίματος που έγιναν μέσα σε αστυνομικά τμήματα. Εκατοντάδες γυναίκες είχαν προσαχθεί. Σύμφωνα με ρεπορτάζ, τουλάχιστον μια ήταν ανήλικη. Οι περισσότερες ήταν Ελληνίδες και όχι μετανάστριες όπως είχε αρχικά ακουστεί. Όσο για τις μελανιές και τις εκδορές που έφεραν στα πρόσωπα και τα σώματά τους, αποτελούσαν ένδειξη του ότι πολλές ήταν ναρκομανείς, άστεγες και άπορες — αυτό που συχνά αποκαλούμε «ανθρώπινα ερείπια».”

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*