Την Τρίτη 8/12, ο 25χρονος Klodian Rasha βρισκόταν εκτός σπιτιού κατά την διάρκεια που ίσχυε η απαγόρευση κυκλοφορίας, και έτυχε να συναντηθεί με μπάτσους. Όπως είναι λογικό, ο (άοπλος) Klodian προσπάθησε να γλιτώσει τον έλεγχο. Αυτό ήταν αρκετό για τον μπάτσο να τον δολοφονήσει, πυροβολώντας τον δύο φορές στην πλάτη. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι μπέρδεψε με όπλο, το μπουκάλι νερό που κρατούσε ο Klodian. Ο Klodian δολοφονήθηκε λίγα μέτρα έξω από το σπίτι του. Ο Klodian δολοφονήθηκε με πρόσχημα την υπεράσπιση της δημόσιας ασφάλειας και της δημόσιας υγείας. Φυσικά, η κάμερα που βρισκόταν στη στολή του δολοφόνου, που σκοπό έχει να “καταγράφει τυχών αυθαιρεσίες από την πλευρά της αστυνομίας”, όλως τυχαίως δεν λειτουργούσε εκείνο το βράδυ.
Την δολοφονία ακολούθησαν μαζικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, ύστερα από ετερόκλητα μεταξύ τους καλέσματα, σε διάφορες πόλεις. Χιλιάδες άνθρωποι αψήφησαν τα μέτρα, την αστυνομοκρατία, τη άγρια καταστολή και κατέβηκαν στον δρόμο. Υπήρξαν παραφωνίες από αντιδραστικά στοιχεία, μεγάλο κομμάτι του κόσμου όμως αποτέλεσαν φοιτητές/τριες/α, μαθητές/τριες/α, καταπιεσμένοι/ες/α, εκμεταλλευόμενοι/ες/α, εργάτες/τριες. Οι διαδηλώσεις στα Tirana, τις πρώτες μέρες απέκτησαν χαρακτηριστικά “αυθόρμητης” εξέγερσης. Η οργή του κόσμου εκφράστηκε στα οδοφράγματα, με συγκρούσεις, επιθέσεις σε περιπολικά, και τον βανδαλισμό του γιορτινού διάκοσμου (aka φωτιά στο χριστουγεννιάτικο δέντρο). Την ίδια στιγμή που ο πρωθυπουργός της χώρας, Edi Rama, καταδίκαζε το γεγονός της δολοφονίας και ζητούσε συγνώμη από την οικογένεια του Klodian, διαδηλωτές/τριες/ά αντιμετώπιζαν την καταστολή στους δρόμους (έχουν σχηματιστεί πάνω από 100 δικογραφίες). Επιπλέον το γεγονός παρουσιάστηκε από την αστυνομία ως μεμονωμένο. Τα “μεμονωμένα περιστατικά” τα ξέρουμε καλά. Η γλώσσα άλλωστε που μιλούν οι απανταχού εξουσιαστές είναι κοινή.
Η δολοφονία του Klodian και η κοινωνική έκρηξη που ακολούθησε δεν συναίβησαν σε κάποιο ιστορικό κενό. Από την μία ο πόλεμος με τον “αόρατο εχθρό”, και από την άλλη ο πόλεμος με έναν ορατό εχθρό, τα κράτη τα οποία δολοφονούν χωρίς κανένα ενδοιασμό. Είτε με άμεσες δολοφονίες πολιτών από μπάτσους, είτε με τις δολοφονικές πολιτικές διαχείρισης του ιού (που επεκτίνονται πέρα απο τα όρια της υγείας) και της δημόσιας υγείας. Στην Αλβανία, τα δημόσια νοσοκομεία είναι υποστελεχομένα και υποχρηματοδοτημένα σε τέτοιο βαθμό που πολλές φορές ο ιδιωτικός τομέας είναι μονόδρομος, χωρίς αυτό να αποτελεί πραγματική επιλογή για την πλειοψηφία. Η αστική τάξη της χώρας έχει την δυνατότητα νοσηλείας σε κάποιο ιδιωτικό νοσοκομείο της χώρας, ή του εξωτερικού (πχ. Κωνσταντινούπολη). Η υγεία αυτών που περισσεύουν αφήνεται στην τύχη. Αντί να υπάρξει στροφή προς την στήριξη και ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, εφαρμόζεται συνεχώς ως “λύση” η απαγόρευση κυκλοφορίας και των συναθροίσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και υπονοεί (βλ. παρακάτω). Ό,τι συμβαίνει κι εδώ δηλαδή. Στα “καθ’ ημάς”, η αντιμετώπιση του ιού περιλαμβάνει επίσης υποστελεχωμένα νοσοκομεία, εξαντλημένους/ες/α εργαζομένους/ες/α, μετατροπή ολόκληρου του Εθνικού Συστήματος Υγείας σε σύστημα αντιμετώπισης ενός και μόνο ιού (αναβολές εξετάσεων & χερουργίων, μετατροπές κλινικών σε κλινικές COVID κ.ο.κ), ενίσχυση των ΜΜΕ (με 22 εκατομμύρια ευρώ) αντί των εργαζομένων στον τομέα της υγείας, ενίσχυση της αστυνομίας με νέο εξοπλισμό, με 675 νέα περιπολικά (31 εκατομμύρια ευρώ) την ίδια στιγμή που “δεν μπορούν να γεννήσουν λεωφορεία” για το πλήθος κόσμου που στοιβαζόταν καθημερινά στα ΜΜΜ κ.ο.κ. Δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη. Ξέρουμε πόσο νοιάζονται για τις ανθρώπινες ζωές, αυτό αποδεικνύεται άλλωστε από τους καθημερινούς ξυλοδαρμούς από μπάτσους και τις δολοφονίες. Αποδεικνύεται εδώ και χρόνια από τους πνιγμούς στο Αιγαίο, τις συνθήκες που επικρατούν στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστ(ρι)ών, που συνεχίζουν να είναι οι ίδιες και εν μέσω πανδημίας.
Η “υγειονομική κρίση” έχει αποτελέσει το βούτυρο στο ψωμί της κυριαρχίας. Κράτη και αφεντικά ανά τον κόσμο, σε μία στιγμή παγκόσμιας στρατηγικής σύμπνοιας, εκμεταλλεύονται την συγκυρία της εμφάνισης του ιού και τις διάφορες απαγορεύσεις, για να αναβαθμίσουν τους όρους της εκμετάλλευσης. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιούν την διασφάλιση της δημόσιας υγείας, ως πρόσχημα, για να κάμψουν οποιαδήποτε κοινωνική αντίσταση, για να πειραματιστούν πάνω σε νέες μεθόδους ελέγχου, πειθάρχησης και καταστολής των από τα κάτω, όλων εμάς. Μία συνθήκη έκτακτης ανάγκης που ήρθε για να μείνει.
Η πανδημία αντιμετωπίζεται με μια πανδημία αστυνομοκρατίας, φόβου και παράλογης γραφειοκρατίας. Όλοι/ες/α αναγκαζόμαστε να ζούμε σε μία διαρκή συνθήκη παρανομίας και επιτήρησης. Ακόμα και αν μας καλύπτουν οι 6 λόγοι μετακίνησης, κυκλοφορούμε προσπαθώντας να αποφύγουμε ένα πιθανό πρόστιμο, μια προσαγωγή, την παρενόχληση ακόμα και τον ξυλοδαρμό [όπως το πρόσφατο περιστατικό με τον ντελιβερά]. Όταν πέφτει δε το σκοτάδι, καθώς εμείς είμαστε κλεισμένες/οι/α στα σπίτια μας (όσες/οι/α έχουμε σπίτια), οι μόνοι που κυκλοφορούν έξω ελεύθεροι είναι οι μπάτσοι, τους οποίους δεν υπάρχει κανένας να “επιτηρήσει”. Σε αυτό το κλίμα, η συγκεκριμένη κρατική δολοφονία, έρχεται ως κορυφή στο παγόβουνο της αστυνομικής βίας. Είναι αποτέλεσμα της αίσθησης παντοδυναμίας των μπάτσων. Κι αυτή η αίσθηση είναι κοινή, είτε μιλάμε για την Αλβανία είτε για οπουδήποτε αλλού στον πλανήτη. Η αστυνομική βία είναι θανάσιμη σε όλο το κόσμο. Είτε μιλάμε για δολοφονίες 15χρονων στα Εξάρχεια και την Κωνσταντινούπολη, είτε 47χρονου στη Μινεάπολη, είτε 25χρονου στα Τίρανα.
Κοινή όμως είναι και η οργή που μέρα με την μέρα συσσωρεύεται, ενώνει τους/τις/τα εξεγερμένους/ες/α του κόσμου, και κρατά τη μνήμη ζωντανή. Χιλιάδες άνθρωποι ανά τον κόσμο συνεχίζουν να αγωνίζονται για την ζωή, παρά τις απαγορεύσεις, τους εκβιασμούς, την αβεβαιότητα και την αυξανόμενη καταστολή. Όσες φωνές σκοπεύουν να παράγουν συναίνεση, άλλες τόσες υψώνονται για να σπάσουν τον φόβο. Δεν χαρίζουμε τις ζωές μας, δεν μας αρκεί η επιβίωση. Δεν ξεχνάμε – δεν συγχωρούμε τις κρατικές δολοφονίες. Η μόνη ευθύνη που αναγνωρίζουμε, είναι αυτη της συλλογικής αντίστασης, της αυτοοργάνωσης, της ταξικής αλληλεγγύης, του αγώνα ενάντια σε κράτος και καπιταλισμό.
Σήμερα ο Κlodian, αύριο εγώ κι εσύ.
Υπερασπιζόμαστε τις ζωές μας, η μία δίπλα στην άλλη,
Δεν ξεχνάμε – δεν συγχωρούμε τις κρατικές δολοφονίες.
Δύναμη στις/στους εξεγερμενες/ους ολου του κοσμου.
Δεκέμβρης 2020, Κέρκυρα.
Leave a Reply